Πώς να προφέρετε "c"
Η "C" προφέρεται στα Catalan.
Η "c" προφέρεται στα Catalan.
Η "C" προφέρεται στα Γερμανός.
Η "c" προφέρεται στα Γερμανός.
Η "C" προφέρεται στα Αγγλικά.
Η "c" προφέρεται στα Αγγλικά.
Η "C" προφέρεται στα Φινλανδικός.
Η "c" προφέρεται στα Φινλανδικός.
Η "c" προφέρεται στα γαλλική γλώσσα.
Η "C" προφέρεται στα Galician.
Η "c" προφέρεται στα Galician.
Η "C" προφέρεται στα Κροατία.
Η "c" προφέρεται στα Κροατία.
Η "c" προφέρεται στα Oυγγρικός.
Η "C" προφέρεται στα Ινδονήσιος.
Η "c" προφέρεται στα Ινδονήσιος.
Η "c" προφέρεται στα Ιταλικός.
Η "C" προφέρεται στα Ιταλικός.
Η "c" προφέρεται στα Ιαπωνικά.
Η "C" προφέρεται στα Στίλβωση.
Η "c" προφέρεται στα Στίλβωση.
Η "c" προφέρεται στα Πορτογαλικά.
Η "C" προφέρεται στα Πορτογαλικά.
Η "C" προφέρεται στα Pουμανικός.
Η "c" προφέρεται στα Pουμανικός.
Η "C" προφέρεται στα Σλοβάκος.
Η "c" προφέρεται στα Σλοβάκος.
Η "c" προφέρεται στα Σλοβενικά.
Η "C" προφέρεται στα Ισπανικά.
Η "c" προφέρεται στα Ισπανικά.
Προσθέστε τη δική σας προφορά του "c"
Σημαίες και ορισμοί του "c"
- Noun
- Noun
the speed at which light travels in a vacuum; the constancy and universality of the speed of light is recognized by defining it to be exactly 299,792,458 meters per second
Συνώνυμα:
- Noun
a vitamin found in fresh fruits (especially citrus fruits) and vegetables; prevents scurvy
Συνώνυμα:
- Noun
one of the four nucleotides used in building DNA; all four nucleotides have a common phosphate group and a sugar (ribose)
Συνώνυμα:
- Noun
- Noun
an abundant nonmetallic tetravalent element occurring in three allotropic forms: amorphous carbon and graphite and diamond; occurs in all organic compounds
Συνώνυμα:
- Noun
- Noun
a unit of electrical charge equal to the amount of charge transferred by a current of 1 ampere in 1 second
Συνώνυμα:
- Noun
- Noun
- Noun
- Noun
- Adjective